1960-70
Πανελλήνιο Πρωτάθλημα διεξήχθη και το 1964. Σύμφωνα με τον Χρ. Ιακώβου στο βιβλίο του: “Το 1964 αποφασίστηκε από την Ελληνική Ομοσπονδία Φιλάθλων Πάλης η τέλεση του 1ου Πανελλήνιου Πρωταθλήματος άρσης βαρών. Οι αγώνες διοργανώθηκαν από τον Παναθηναϊκό στην αίθουσα αθλοπαιδιών του, υπό την επίβλεψη της Τεχνικής Επιτροπής άρσης βαρών. Το Πρωτάθλημα διήρκεσε δύο μέρες, την 17η και τη 18η Οκτωβρίου. Τα σωματεία που μετείχαν ήταν ο Παναθηναϊκός με 15 αθλητές, ο Εθνικός με επτά αθλητές, ο Ολυμπιακός με τέσσερις αθλητές, η ΧΑΝΘ με δύο αθλητές, ο Αθλητικός Όμιλος Δάφνης με πέντε αθλητές, ο Παράδεισος με πέντε αθλητές και ο Αθλητικός Όμιλος Κύδων Χανίων με τρεις αθλητές”.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, πρωταθλητής σύλλογος αναδείχθηκε ο Παναθηναϊκός με 50β., με δεύτερο τον Εθνικό (25β.) και τρίτο τον ΑΟ Δάφνης (14).
Η ανάπτυξη της άρσης βαρών από εκεί κι έπειτα συνεχίστηκε με ακόμη πιο γοργούς ρυθμούς. Το 1ο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα και ο ερχομός των αδελφών Στέργιου και Χρήστου Τσούκα από την Αμερική προσελκύουν ακόμη περισσότερους θιασώτες αλλά και εμπλεκόμενους.
Ρεκόρ καταρρίπτονται συνεχώς και νέοι αθλητές κάνουν την εμφάνισή τους. Τα σκήπτρα γενικώς παραμένουν στον Παναθηναϊκό αλλά η Κρήτη είναι μια περιοχή που οι δυνατοί κάνουν κάτι παραπάνω από αισθητή την παρουσία τους. Παράλληλα η Τεχνική Επιτροπή αρχίζει να διοργανώνει αγώνες όπως αβραβεύτων κέντρου (20-21/03/65), επιλέκτων (27/03/65), αγώνες Νοτίου Πρωταθλήματος Ελλάδας (15-16/05/65). Ακόμη γίνονται αγώνες στην Καστοριά, τα Ιωάννινα και τα Χανιά.
Το 1965 διοργανώθηκε το 2ο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό – που κατέλαβε και την πρώτη θέση – ενώ τον ακολούθησαν Πανελλήνιος και Εθνικός.
Το 1966, και συγκεκριμένα στις 21 και 22 Μαΐου, διοργανώθηκε, πάλι από τον Παναθηναϊκό, το 1ο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα εφήβων. Σε αυτό εκτός του διοργανωτή, έλαβαν μέρος ο Πανελλήνιος, ο Ολυμπιακός, ο Κύδων Χανίων, ο ΑΟ Σπόρτιγκ και ο ΑΟ Τύφων. Οι αγώνες αυτοί είχαν μεγάλοι επιτυχία, ενώ καταρρίφθηκαν τέσσερα πανελλήνια ρεκόρ από τον Γ. Αμουργή στην κατηγορία των 56 κ. και ένα από τον Χρ. Ιακώβου στα 75 κ. Την πρώτη θέση κατέλαβε ο ΠΑΟ και τον ακολούθησαν Ολυμπιακός και Κύδων Χανίων. Στο 3ο Πρωτάθλημα ανδρών την ίδια χρονιά πρώτος ήταν ο Παναθηναϊκός, δεύτερος ο Αο Παραδείσου και τρίτος ο ΑΟ Σπόρτιγκ.
Το 1967 ήταν μια ακόμη χρονιά επιτυχιών και ανάπτυξης για την ελληνική άρση βαρών.
Εκτός, όμως, από τα Πρωταθλήματα ανδρών και εφήβων, κάνει την εμφάνισή του και το 1ο Πρωτάθλημα Ενόπλων Δυνάμεων. Συμμετέχοντα σώματα ήταν ο Στράτος Ξηράς, το Ναυτικό, η Αεροπορία και η Αστυνομία. Πρώτο σώμα αναδείχθηκε το Ναυτικό, με δεύτερο το Στρατό Ξηράς και τρίτο την Αστυνομία.
Το 1967 επίσης ήρθε και η πρώτη πολύ σημαντική διάκριση της μεταπολεμικής περιόδου για την Ελλάδα. Η χώρα μας έλαβε μέρος στους Μεσογειακούς Αγώνες της Τύνιδας. Η συγκομιδή μας ήταν ένα χρυσό μετάλλιο με τον Σ. Τσούκα και ένα χάλκινο από τον Χρ. Ιακώβου. Ο δεύτερος, μάλιστα, πέτυχε παγκόσμιο ρεκόρ εφήβων στην κατηγορία των 75 κ. με την ανύψωση 136,5 κ. Η επίδοση αυτή που σημειώθηκε στις 09/12/67 ήταν το σημαντικότερο γεγονός της χρονιάς, γιατί ήταν η πρώτη φορά που Έλληνας αθλητής σημείωνε παγκόσμιο ρεκόρ στους εφήβους.
Η επόμενη χρονιά, 1968, ήταν εξίσου καλή. Οι Έλληνες αθλητές κατέρριψαν 35 από τα 56 ρεκόρ του επίσημου προγράμματος. Ειδικότερα ο Χρ. Ιακώβου πέτυχε για δεύετρη φορά παγκόσμιο ρεκόρ εφήβων σε αγώνες τους οποίους διοργάνωσε η διεθνής ομοσπονδία στο Λονδίνο. Κατέρριψε, με 139 κ. το ρεκόρ στο ντεβελοπέ στην κατηγορία των 75 κ. Την ίδια χρονιά διακρίθηκαν επίσης οι Α. Φλασκής (ΠΑΟ) με τρία εθνικά ρεκόρ, Σ. Τσούκας (ΠΑΟ) με πέντε εθνικά ρεκόρ, Ι. Μιχαηλίδης (Ολυμπιακός) με δύο ρεκόρ και Κανάρης με τρία ρεκόρ. Τη μεγάλη έκπληξη, όμως, έκανε ο Π. Σπύρου του Ολυμπιακού που κατέλαβε την πρώτη θέση στην κατηγορία των 75 κ. του Πανελλήνιου Πρωταθλήματος. Το 1968, επίσης, διοργανώθηκαν στη Θεσσαλονίκη οι πρώτοι διασυλλογικοί αγώνες με τη συμμετοχή των ΧΑΝΘ, ΒΑΟ και Γυμνασίου Καλαμαριάς. Την επόμενη χρονιά οργανώνεται για πρώτη φορά Σχολή κριτών άρσης βαρών στη Βόρειο Ελλάδα, ενώ γίνονται και οι πρώτοι αγώνες σχολείων της συμπρωτεύουσας.
Από καθαρά αγωνιστική σκοπιά, το 1969 ήταν μια ακόμη χρονιά του Χρ. Ιακώβου και της Θεσσαλονίκης. Ο πρώτος, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ανδρών της Βαρσοβίας, κατέλαβε την πέμπτη θέση στην Ευρώπη και την έκτη στον κόσμο. Από την άλλη πλευρά η Θεσσαλονίκη βλέπει για πρώτη φορά εκπρόσωπό της, τη ΧΑΝΘ, να καταλαμβάνει την πρώτη θέση στους εφήβους, με τον Ολυμπιακό δεύτερο και τον Άτλαντα Καλλιθέας τρίτο. Παράλληλα, ο Π. Σπύρου ανεβαίνει σταθερά με τα χρώματα των “ερυθρόλευκων”, ενώ αξιοσημείωτη είναι η πορεία των Αθανασιάδη (52 κ.) και Ηλιάδη (82,5 κ.) από τη Θεσσαλονίκη με προπονητή τον Τάκη Ασλανιάν.
Το 1969, επίσης, η Ελλάδα λαμβάνει μέρος στους 1ους Βαλκανικούς αγώνες με πλήρη ομάδα για πρώτη φορά. Η χώρα μας κατέκτησε έξι μετάλλια (ένα χρυσό, ένα ασημένιο και τέσσερα χάλκινα), ενώ στη γενική βαθμολογία κατετάγη τρίτη.