1970-80
Το 1970 αυξήθηκαν κατά δύο οι κατηγορίες βάρους με την προσθήκη αυτών των 52 κ. και 110 κ. Αθλητές που διακρίθηκαν τότε ήταν οι Ζήκας, Στεφανουδάκης, Σπύρου, Ιακώβου, Μιχαηλίδης, Σ. Τσούκας, Κανάρης, Αθανασιάδης, Ηλιάδης και Τσικρικώνης. Στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα τον τίτλο πήρε η ΧΑΝΘ, ακολουθούμενη από τον Ολυμπιακό και τον Ηρακλή Θασσαλονίκης. Ο μοναδικός διεθνής αγώνας στον οποίο μετείχαν Έλληνες αθλητές ήταν η αναμέτρηση Ελλάς – Ισραήλ, στον οποίο οι δύο χώρες αναδείχθηκαν ισόπαλες. Στους Βαλκανικούς αγώνες που πραγματοποιήθηκαν στην Τουρκία, η Ελλάδα δεν έλαβε μέρος εξαιτίας επιδημίας που μάστιζε τη γειτονική χώρα.
Διεθνή αξιόλογη παρουσία πραγματοποίησε η χώρα μας την επόμενη χρονιά, το 1971.
Σημαντικότερη από όλες ήταν η παρουσία του Χρ. Ιακώβου, ο οποίος στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Λίμα, στο Περού, με προπονητή τον Γιώργο Σανιώτη, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο ντεβελοπέ της κατηγορίας των 82,5 κ. σηκώνοντας 162,5 κ. Στο σύνολο ήταν πέμπτος. Στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες της Σόφιας ο Χρ. Ιακώβου ήταν τέταρτος στα 82,5 κ., ο Στεφανουδάκης έβδομος στα 67,5 κ. και ο Σπύρου όγδοος στα 75 κ. Στους Μεσογειακούς αγώνες της ίδιας χρονιάς στη Σμύρνη, ο Ιακώβου κατέκτησε πάλι χρυσό, ενώ οι Σ. Τσούκας και Π. Σπύρου ανέβηκαν στο τρίτο σκαλί του βάθρου. Εντός συνόρων, στους άντρες τον τίτλο του πρωταθλητή πήρε η ΧΑΝΘ, με δεύτερο τον Παναθηναϊκό και τρίτο τον Ολυμπιακό. Στο Πρωτάθλημα εφήβων πρώτη ήταν πάλι η ΧΑΝΘ ακολουθούμενη από τον Άτλαντα και τον Μίλωνα.
Το 1972 ήταν χρονιά Ολυμπιακών Αγώνων, στο Μόναχο. Ο Χρ. Ιακώβου ήταν πέμπτος στο σύνολο και ταυτόχρονα, δεύτερος στο ντεβελοπέ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Επίσης, ο Ηλιάδης ήταν 11ος, ο Σπύρου 12ος και ο Στεφανουδάκης 18ος. Στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες την ίδια χρονιά ο Χρ. Ιακώβου πήρε την έκτη θέση. Εδώ αξίζει να σημειωθούν δύο γεγονότα. Αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η παγκόσμια ομοσπονδία άρσης βαρών αποφάσισε, στη γενική συνέλευσή της, την κατάργηση της κίνησης ντεβελοπέ. Έμειναν πλέον το αρασέ (απόσπαση) και επολέ ζετέ (επωμισμός και εκτίναξη). Επίσης, δεν πραγματοποιήθηκαν τα Πανελλήνια Πρωταθλήματα ανδρών και εφήβων.
Το 1973 έγινε μόνιμη προεθνική ομάδα που γυμναζόταν στο στάδιο Καραϊσκάκη, σε σύγχρονο, για την εποχή, γυμναστήριο. Το Πανελλήνιο Εφηβικό Πρωτάθλημα ανέδειξε νέα ταλέντα: Λεσπουρίδης, Τάτσης, Γαλιατσάτος, Κλουβιδάκης, Τσαμαρδίνος, Ζαρζαβατσίδης και Σιζόπουλος θα μείνουν στο προσκήνιο για αρκετά χρόνια.
Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (Αβάνα), η Ελλάδα κατέλαβε τη 16η θέση μεταξύ 42 χωρών. Οι Στεφανουδάκης (67,5 κ.) και Ηλιάδης (82,5 κ.) ήταν πέμπτοι στο αρασέ, ενώ ο Ιακώβου (82,5 κ.) κατετάγη ένατος στο σύνολο και ο Σπύρου (75 κ.) δέκατος.
Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Μαδρίτη), ο Στεφανουδάκης (67,5 κ.) πήρε την έβδομη θέση στο σύνολο. Το 1974 οι περισσότεροι πρωταθλητές της άρσης βαρών ήταν στρατευμένοι και η Ελλάδα δεν συμμετείχε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Στο Ευρωπαϊκό, ο Ηλιάδης (82,5 κ.) κατετάγη όγδοος, με νέο πανελλήνιο ρεκόρ στο σύνολο (315 κ., 140+175).
Κάθε φέτος και καλύτερα για την ελληνική άρση βαρών, που εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στη διεθνή σκηνή. Το 1975 η ευρωπαϊκή ομοσπονδία τιμά τον Χρήστο Ιακώβου με την κλήση του στη Μικτή Ευρώπης, για δύο αγώνες (σε ΗΠΑ και Καναδά).
Στο Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Μόσχα), ο Γιάννης Κατσαϊδώνης (52 κ.) κατέρριψε το ευρωπαϊκό ρεκόρ εφήβων στο αρασέ και στη γενική βαθμολογία κατετάγη έβδομος στην Ευρώπη και δέκατος στον κόσμο. Ο Χρήστος Ιακώβου (90 κ.) ήταν έβδομος στην Ευρώπη και στον κόσμο. Συμμετείχαν ακόμα οι Γαλιατσάτος στα 75 κ. (11ος), Στεφανουδάκης στα 67,5 κ. (13ος και 18ος).
Στους Μεσογειακούς Αγώνες (Αλγέρι), ο Στεφανουδάκης (67,5 κ.) και ο Ιακώβου (90 κ.) πήραν χρυσό μετάλλιο και ο Αθανασιάδης (52 κ.) χάλκινο, ενώ οι Σπύρου (90 κ.), Ζαρζαβατσίδης (110 κ.) ήταν τέταρτοι και ο Γαλιατσάτος (75 κ.) έκτος.
Η μοναδική ελληνική διάκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ (1976) προήλθε από την άρση βαρών: Ο Νίκος Ηλιάδης της ΧΑΝΘ κατέλαβε την τέταρτη θέση στα 82,5 κ. και λίγους μήνες αργότερα αναδείχθηκε από τον ΠΣΑΤ κορυφαίος αθλητής της χρονιάς. Κάτι που είχε γίνει και το 1975 με τον Χρήστο Ιακώβου.
Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Ανατολικό Βερολίνο), ο Χρήστος Ιακώβου (90 κ.) σήκωσε 345 κ. στο σύνολο και κατετάγη έκτος. Στους αγώνες συμμετείχαν και οι Αθανασιάδης (9ος), Ηλιάδης (10ος). Στο Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα εφήβων (Γκντανσκ) έλαβαν μέρος έξι αθλητές μας. Στο Ευρωπαϊκό, ο Μπαρμπουνάκης (52 κ.), ο Κατσαϊδώνης (56 κ.) και ο Σιζόπουλος (100 κ.) πήραν την έκτη θέση και ο Τσελέπης (90κ.) την έβδομη. Στο Παγκόσμιο, ο Ζαρζαβατσίδης (110 κ.) ήταν πέμπτος και ο Σιζόπουλος έκτος. Η Ελλάδα κατετάγη όγδοη στην Ευρώπη και ένατη στον κόσμο.
Το 1977 ήταν γεμάτο επιτυχίες. Στο Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα εφήβων (Σόφια), ο Κατσαϊδώνης (56 κ.) κατετάγη τρίτος στην Ευρώπη και πέμπτος στον κόσμο, με 222,5 κ. σύνολο (100+122,5), ενώ ο Αλέκος Σιζόπουλος (100 κ.) πήρε την τέταρτη θέση στην Ευρώπη και την πέμπτη στον κόσμο με 287,5 κ. (130+157,5).
Στο Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Στουτγκάρδη), ο Νίκος Ηλιάδης σήκωσε 337,5 κ. στο σύνολο (152,5+185) και κατετάγη τέταρτος στην Ευρώπη, λόγω διαφοράς σωματικού βάρους από τον τρίτο. Ο Χρήστος Ιακώβου (90 κ.) με 155 κ. στο αρασέ ήταν πέμπτος στην Ευρώπη και έκτος στον κόσμο, αλλά ακυρώθηκε στο ζετέ. Ο Γιάννης Κατσαϊδώνης (56 κ.) με 227,5 κ. στο σύνολο (100+127,5) πήρε την έβδομη θέση στην Ευρώπη και τη δωδέκατη στον κόσμο.
Στο εσωτερικό είναι αξιοσημείωτη η….. αποκέντρωση. Στην επαρχία “καλλιεργείται” πλέον η άρση βαρών και πολλοί σύλλογοι, όπως ο Κύδων Χανίων, ο Φίλιππος Βέροιας και ο Α.Ο. Σερρών, έχουν να παρουσιάσουν σημαντική πρόοδο και διακρίσεις.
Το 1977 επίσης, ο Νίκος Ηλιάδης αναδείχθηκε από τον ΠΣΑΤ, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, αθλητής της χρονιάς.
Η ΕΟΑΒ είχε αναλάβει τη διοργάνωση του Παγκόσμιου και Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος εφήβων το 1978. Οι αγώνες έγιναν τελικά στην Αθήνα και όχι στη Θεσσαλονίκη όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο, λόγω των σεισμών που έπληξαν τη συμπρωτεύουσα. Η Ελλάδα κατετάγη όγδοη στην Ευρώπη και εικοστή πρώτη στον κόσμο. Ο Νίκος Ηλιάδης (90 κ.) ήταν έκτος τόσο στο Ευρωπαϊκό (Χάβιροφ) (στο ζετέ κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο πρώτο για την Ελλάδα στο θεσμό), όσο και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (Γκέτισμπεργκ, ΗΠΑ).
Το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1979 έγινε στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή 189 αθλητών από 39 χώρες. Ο Δημήτρης Ζαρζαβατσίδης, με την όγδοη θέση στα υπερβαρέα (350 κ. σύνολο), πραγματοποίησε την καλύτερη ελληνική εμφάνιση. Λεσπουρίδης και Παναγιωτόπουλος κατέλαβαν την 11η θέση, ο Σιδηρόπουλος τη 16η, ο Αποστολάκης τη 17η, ενώ ο Αμαξόπουλος ακυρώθηκε στο ζετέ.
Στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα (Βάρνα), ο Χρήστος Ιακώβου (100 κ.) ήταν πέμπτος στο ζετέ (165 κ.) και στο σύνολο (367,5 κ.) και έκτος στο αρασέ (202,5 κ.). Ο Κατσαϊδώνης (56 κ.) κατετάγη έβδομος, ο Σιδηρόπουλος (56 κ.) όγδοος και ο Ζαρζαβατσίδης ένατος. Στους Μεσογειακούς Αγώνες (Σπλιτ), ο Γιάννης Κατσαϊδώνης (52 κ.) με 212,5 κ. και ο Χρήστος Ιακώβου (100 κ.) με 342,5 κ. ανέβηκαν στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου, ενώ ο Παύλος Λεσπουρίδης (67,5 κ.) με 275 κ. πήρε το χάλκινο μετάλλιο.