Εγγραφείτε
Για να μαθαίνετε πρώτοι τα νέα μας!

    Κοινωνικά Δίκτυα:

    Top
    1. ΑΡΧΙΚΗ
    2. /
    3. Βιβλιογραφια
    4. /
    5. Νευρικές μυϊκές και ορμονικές...

    Blog

    Νευρικές μυϊκές και ορμονικές προσαρμογές και αποτελέσματα Αρσης Βαρών

    Νευρικές μυϊκές και ορμονικές προσαρμογές, αλλαγές στην μυϊκή δύναμη και αποτελέσματα άρσης βαρών σε συνδυασμό με παραλλαγές στην προπόνηση μιας ομάδας επίλεκτων Φινλανδών αρσιβαριστών, για ένα συνεχές έτος.

     

    Εργασία υπό των : Keijo Hakkinen, Heikki Κaυhanen, Taisto Κυοppα Κυοppala.

    Προσαρμογή στην Ελληνική γλώσσα. Γουδεντζίκης Παναγιώτης.

     

    ΕΙΣΑΓΩΓΗ

    Οι επιστημονικές πληροφορίες, που έχουν σχέση με τους σπουδαίους ρόλους, των νευρικών μυϊκών και ορμονικών προσαρμογών, κατά την άσκηση, προέρχονται. βασικά από μελέτες, που διεξήχθησαν σε αρχικώς αγύμναστα άτομα ή έστω σε λίγο γυμνασμένους (e.g.Komi & Buskirk 1972, MacDougall και συνεργάτες 1977, Moritani & DeVrieς 1979, Κοmi και συνεργάτες 1978, 1982, Hakkinen & Komi 1981, 1988, Hakkinen και. συνεργάτες 1981, Young κα συνεργάτες 1976).

    Εν τούτοις, είναι δυνατόν οι αθλητές που προπονούνται. σκληρά και έχουν ένα έντονο προπονητικό ιστορικό, αρκετών χρόνων, να έχουν διαφορετικό τρόπο αντίδρασης (ανταπόκρισης) στις αλλαγές, στον όγκο προπόνησης ειδικά στην ένταση, σε σύγκριση με σχεδόν αγύμναστα άτομα (Βλέπε Hakkinen 1985).

    Τα μεγέθη των ποικίλων προσαρμογών, στο ανθρώπινο σώμα κατά την χρονική περίοδο της πειραματικής προπόνησης, για την προπόνηση δύναμης είναι χρήσιμοι και καθοριστικοί παράγοντες, της ικανότητας (κατάστασης, δυνατότητας) προπόνησης ενός ατόμου. σε μια δεδομένη στιγμή, (π. χ. Hakkinen 1985,1986), αυτού του είδους οι επιστημονικές πληροφορίες, που έχουν ληφθεί από εκλεκτούς αθλητές δύναμης, θα μπορούσαν να γίνουν ιδιαίτερα σημαντικές, για την προσπάθεια μιας καλύτερα δομημένης προπόνησης. Επίσης αυτές οι πληροφορίες, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην προσπάθεια αποφυγής υπερπροπόνησης, ειδικά σε περιόδους παρατεταμένης και έντονης άσκησης, επειδή δεν χορηγούνται εξωγενείς ορμόνες.

    Για περισσότερες επιστημονικές πληροφορίες, για τις προσαρμογές που προκαλούνται κατά την άσκηση δύναμης, η παρούσα μελέτη επιχειρεί να παρακολουθήσει από κοντά, μια ομάδα εκλεκτών Φινλανδών αθλητών άρσης βαρών, για ένα χρόνο. Αναλύοντας την προπόνηση αυτών των αθλητών και εκτελώντας πολλά και συχνά τεστ, σε επιστημονικά εργαστήρια, για την νευρομυϊκή απόδοση του αθλητή και την ενδογενή ορμονική ισορροπία, θα αποκομίσει περισσότερες πληροφορίες, σχετικά με τις αλληλεξαρτήσεις, ανάμεσα στις παραλλαγές της έντασης και του όγκου της προπόνησης και τις προσαρμοστικές ανταποκρίσεις, στο ανθρώπινο σώμα. Ορισμένα από τα αποτελέσματα, αυτής της μελέτης, έχουν ανακοινωθεί και αλλού (Hakkinen και άλλοι 1986 a, b, Κauhanen και συνεργάτες 1986). Το φυλλάδιο αυτό, είναι μια περίληψη αυτών των αποτελεσμάτων, καθώς και μια σύντονη παρουσίαση ορισμένων καινούργιων διαπιστώσεων, που ελήφθησαν από τις μετρήσεις που έγιναν, κατά την διάρκεια της μελέτης που διήρκεσε ένα χρόνο, σε προπονήσεις της άρσης βαρών.

    ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ

    Θέμα

    Δεκατρείς ονομαστοί, άρρενες αρσιβαρίστες (23,0±2,8 χρονών), έγιναν εθελοντικά υποκείμενα μελέτης. Τα υποκείμενα του πειράματος, είχαν μια συνηθισμένη προπόνηση δύναμης και ένα αγωνιστικό ιστορικό στην άρση βαρών για 7,1±2,0 χρόνια. Ήταν όλοι. τους, Φινλανδοί πρωταθλητές ή είχαν κάνει εθνικά ρεκόρ, στην κατηγορία βαρών που ανήκαν (από 52,0 έως 110,0 κιλά). Ο μέσος όρος ύψους, βάρους, ποσοστού πάχους του σώματος ήταν 171,1±9,6 εκατοστά, 78,9± 14,7 κιλά και 12,1±3,3%, αντίστοιχα.

    Εξετάσεις

    Τα υποκείμενα εξετάστηκαν βασικά, σε τέσσερα ίδια πράγματα, σε διαστήματα τεσσάρων μηνών πριν, κατά την διάρκεια και μετά την δωδεκάμηνη πειραματική περίοδο. Επιπροσθέτως, ορισμένα τεστ έγιναν, σε διαστήματα δύο εβδομάδων, κατά την διάρκεια της τελικής προετοιμασίας των έξι. βδομάδων, για τους τελικούς του πρωταθλήματος ανδρών (Φινλανδοί πρωταθλητές). Αφού η λεπτομερής περιγραφή των εργαστηριακών μετρήσεων, έχει. αναφερθεί και αλλού (Hakkinen και συνεργάτες 1986 a, b), η παρακάτω παρουσίαση είναι μια σύντομη περίληψη των τεστ που χρησιμοποιήθηκαν.

    Μετρήθηκαν με ένα ηλεκτρομηχανικό δυναμόμετρο (Komi 1973), η μέγιστη δυνατή διμερής ισομετρική δύναμη και διάφοροι παράμετροι δύναμης-χρόνου των εκτεινόντων μυών του ποδιού και τα δεδομένα αναλύθηκαν λεπτομερώς με computer (βλέπε Vitasalo & Komi 1978. Hakkinen και συνεργάτες 1985 a). Η ταχύτητα δύναμης στροφής καμπύλης, για τους εκτείνοντες μύες του ποδιού, μετρήθηκε με το να εκτελούν, το δυνατόν περισσότερα ποικίλα εθελοντικά άλματα στην πλατφόρμα δύναμης (Komi και. συνεργάτες 1974). χωρίς να σηκώνουν βάρος και. με γεμάτη φορτωμένη μπάρα στους ώμους (Bosco και Komi 1979). Ο χρόνος πτήσης, χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό από τον computer, του ύψους της αύξησης, του κέντρου βάρους του σώματος και. η τελική ανάλυση έγινε, πάνω στις σχέσεις βάρους και του κατακόρυφου ύψους του άλματος, οι οποίες χαρακτηρίζουν την σχέση ανάμεσα στη δύναμη και την ταχύτητα (Vitaςalo 1985).

    Η ηλεκτρομυϊκή δραστηριότητα (ΕΜG), καταγράφηκε από τους έξω πλατύ (vaςtus lateralis=VL) και έσω πλατύ (vastuς medialis=VM), μύες του δεξιού ποδιού κατά την διεξαγωγή του τεστ. Η διπολική επιφάνεια (EMG) τηλεμετρική καταγραφή, χρησιμοποιήθηκε για τα δεδομένα του υπολογιστή και υποβλήθηκαν για (EMG) ενσωμάτωση (ενοποίηση-ολοκλήρωση) (βλέπε Hakkinen και Komi 1983, Hakkinen και άλλοι 1985 a).

    Τα μέγιστα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν, στους Ολυμπιακούς αρσιβαρίστες. στο αρασέ και στο επολέ-ζετέ (snatch and clean & jerk), μετρήθηκαν εργαστηριακά στην πλατφόρμα δύναμης. με ταυτόχρονη καταγραφή αρκετών βιομηχανικών παραμέτρων, της εκτέλεσης άρσης βαρών, που θα ανακοινωθούν λεπτομερειακά αργότερα. Τα μέγιστα αποτελέσματα που επετεύχθησαν, στους Ολυμπιακούς αρσιβαρίστες ανακοινώθηκαν επίσης κατά την διάρκεια επισήμων αγώνων άρσης βαρών (οι αθλητές αγωνίσθηκαν και έτσι παρουσιάσθηκαν οι επιδόσεις τους) και κατά την διάρκεια όλης της πειραματικής περιόδου (με τα tests επίδοσης).

    Μυϊκές βιοψίες ελήφθησαν από τον έξω πλατύ μυ, του αριστερού ποδιού με την τεχνική της “βιοψίας της βελόνας” (Bergstrom 1962) για να ταξινομήσουν τις ίνες βραδείας (ST) και. ταχείας συστολής (FT) και να υπολογίσουν τις αντιπροσωπευτικές περιοχές με δείγμα μυϊκής ίνας και σύστημα computer (Vitasalo & Makinen 1980, Vitasalo και άλλοι, 1980) .

    Παίρνονταν δείγματα αίματος κατ΄ επανάληψη, για τον προσδιορισμό ορμόνης, στις 8.00 π.μ. μετά τον επιλεγμένο χρόνο εξάσκησης σ΄ όλη την διάρκεια αυτού του πειράματος. Οι μετρήσεις περιεκτικότητας του ορού κορτιζόνης, τεστοστερόνης και ωχρινοτρόπου ορμόνης (LH), γίνονταν με ραδιοανοσοβιολογικές μεθόδους και οι συγκεντρώσεις του ορού της ορμόνης του sex (φύλου) υποχρεωτική γλομπουλίνη-σφαιρίνη (SHBG=sex hormone binding glοbυlίn=σύμπλεγμα σφαιρινών και ορμονών του φύλλου), προσδιορίζονταν μέσω μιας ανοσοραδιομετρικής μεθόδου (Hakkinen και άλλοι 1985 b).

    Συνηθισμένες στατιστικές μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς των μέσων, του βαθμού απόκλισης, του βαθμού λαθών και του συντελεστή συσχετισμού. Οι διαφορές μεταξύ των τιμών πριν και μετά από κάθε προπονητική περίοδο, ελέγχονταν για σπουδαιότητα (γνησιότητα-έλεγχο) από τα “τεστ για σπουδαστές” (δύο σκέλη).

     

    Προπόνηση

    Τα υποκείμενα πειράματος (οι συμμετέχοντες στο πείραμα αθλητές), προπονήθηκαν στην άρση βαρών σύμφωνα με τα ατομικά προγράμματα προπόνησης που σχεδιάστηκαν από τους προσωπικούς τους προπονητές. Τα υποκείμενα πειράματος, κρατούσαν ημερολόγια προπόνησης για όλη την πειραματική περίοδο, ούτως ώστε η προπόνηση να μπορεί να αναλυθεί διεξοδικά, για να προσδιορισθεί ο όγκος και η ένταση κάθε μέρους της προπόνησης.

    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

    Ορισμένα από τα αποτελέσματα έχουν ανακοινωθεί νωρίτερα (Hakkinen και άλλοι 1986 a, b, Kauhanen και άλλοι, 1986). Αυτά τα αποτελέσματα ξαναπαρουσιάζονται εδώ, μαζί με καινούργιες διαπιστώσεις.

    Προπόνηση

    Το γκρουπ των αθλητών που πήραν μέρος στο πείραμα, προπονούνταν κατά την διάρκεια ολόκληρης της δωδεκάμηνης προπονητικής-πειραματικής περιόδου, κατά μέσο όρο 5±0,8 φορές την εβδομάδα και. σπαταλούσαν 1,7±0,4 ώρες σε κάθε προπόνηση. Κατά την διάρκεια όλης της προπονητικής περιόδου, ο μέσος όρος του αριθμού των ανυψώσεων ήταν 46,3±10, ο μέσος όρος όγκου (ποσότητας) ήταν 5200±1500 κιλά και ο μέσος όρος έντασης ήταν 80,0±2,5%, για κάθε προπόνηση. Οι. πίνακες 1-3, παρουσιάζουν την λεπτομερή περιγραφή των προπονήσεων σε κάθε μια από τις τρεις προπονητικές περιόδους (Ι, ΙΙ, και ΙΙΙ) διάρκειας τεσσάρων μηνών.

     

    Φυσικά χαρακτηριστικά και μυϊκές ίνες

    Η μάζα του σώματος και ο μέσος όρος βάρους των αθλητών του γκρουπ, παρέμειναν στατιστικά αμετάβλητοι σ΄ όλη την διάρκεια της δωδεκάμηνης πειραματικής περιόδου. Το ίδιο πράγμα συνέβη και στις μεσαίες περιοχές, των μυϊκών ινών ταχείας και βραδείας συστολής, στον έξω πλατύ μυ, αν και η συνολική κατά μέσο όρο περιοχή ίνας αυξήθηκε ελαφρά (όχι σημαντικά) κατά 3,96 (φιγούρα 1). Το ποσοστό μυϊκών ινών ταχείας συστολής του έξω πλατύ μυ, παρέμεινε στατιστι­κά αμετάβλητο (από 53,7±10,5 σε 52,1±8,6%).

     

    Μέγιστη δύναμη έκτασης του ποδιού και. μέγιστο ΙΕΜG

    Η μέγιστη ισομετρική δύναμη έκτασης του ποδιού, άλλαξε κατά 3,5% (ns.) από 4841±1104 σε 5010±1012 Ν, σ΄ όλη την διάρκεια της πειραματικής περιόδου (φιγούρα 1). Το μέγιστο IEMG ελαττώθηκε (Ρ<0,05) κατά την διάρκεια της δεύτερης προπονητικής περιόδου, όπου χρησι­μοποιήθηκε ο κατώτερος μέσος όρος προπονητικής έντασης, ενώ μια σημαντική αύξηση (Ρ<0,05) σ΄ αυτή την παράμετρο συνέβη κατά την δι­άρκεια της τελευταίας προπονητικής περιόδου, με την ανώτατη προπονητική ένταση (φιγούρα 1). Οι ατομικές αλλαγές κατά την διάρκεια της τελευταίας προπονητικής περιόδου, στο ανώτατο σημείο του IEMG και στο ανώτατο σημείο δύναμης, συσχετίζονται σημαντικά μεταξύ τους (r=0.56, Ρ<0,05). Οι αλλαγές στις θέσεις της υψηλής ισχύος της καμπύλης της δύναμης ταχύτητας και οι αλλαγές στα ανώτερα ΙΕMGs ακολούθησαν μια παρόμοια περιοδική αλλαγή, γνωστή για την υπέρτατη ισομετρική ισχύ και. το μέγιστο IEMG.

                

    1

    Εικόνα 1

                                                                                                   

     

     

     

     

     

     

     

    Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗΣ ΑΡΣΗΣ ΒΑΡΩΝ

     

    Η μέση (±SE) ανώτατη ολοκληρωμένη ηλεκτρική δραστηριότητα (μέ­γιστη IEMG που αναλογεί στους έξω πλατύ και έσω πλατύ μύες) και η μέση (±SE) ανώτατη ισχύς στην ισομετρική διμερή έκταση ποδιού και η κατά μέσον όρο (αυθαίρετες μονάδες ± SE) συνολική περιοχή μυϊκής ίνας (των μυϊκών ινών, ταχείας (FT) και βραδείας συστολής (SE) του έξω πλατέος μυός) κατά την πορεία της δωδεκάμηνης πειραματικής προπόνησης των εκλεκτών Φινλανδών αρσιβαριστών. Οι κατά μέσον όρο διακυμάνσεις της προπονητικής έντασης, που χρησιμοποιήθηκε για τους εκτείνοντες μύες του ποδιού, στην άσκηση των squats, φαίνεται στο σχήμα για κάθε μια από τις χρονικές περιόδους. (*=Ρ<0,05, **Ρ< 0,01), (διασκευασμένο από Hakkinen και συνεργάτες 1986 a).

    Αποτελέσματα άρσης βαρών 

    Μικρές, αλλά στατιστικά ασήμαντες αυξήσεις, συνέβησαν κατά την δωδεκάμηνη περίοδο στο αρασέ και στο επολέ-ζετέ (από 120,0±18,1 σε 121,4±14,6 κιλά) και στο επολέ-ζετέ (από 147,5±20,1 σε 150,0±20,3 κιλά) που μετρήθηκαν εργαστηριακά (εικόνα 2). Η μεταβολή στο αρασέ και στο επολέ-ζετέ κατά την πορεία ολόκληρης της περιόδου ακολούθησε στενά την πορεία της μέγιστης δύναμης έκτασης του ποδιού (βλέπε φιγούρες 1 & 2).

     

    Συγκρίσεις μεταξύ προπόνησης μυϊκής δύναμης και άρσης βαρών .

    Οι ατομικές αλλαγές στην μέση ένταση προπόνησης, στην άσκηση squats (ανάμεσα στην δεύτερη και τρίτη περίοδο) συσχετίζονται σημαντικά με τις αλλαγές (κατά την τρίτη περίοδο) στην δύναμη έκτασης των ποδιών (r=0,77, Ρ(0,05) και με τις αλλαγές στα αποτελέσματα στο επολέ-ζετέ (r=0,74, Ρ(0,05) (φιγούρα 3). 0 πίνακας 4 και η εικόνα 4 επιπροσθέτως δείχνουν ότι οι ατομικές αλλαγές στα ποσοστά έντασης του 90-100% και 80-90% του μέγιστου συσχετίζονταν σημαντικά με τις αλλαγές στην δύναμη έκτασης των ποδιών (r=0,65 και 0,7, Ρ(0,05) και με τις αλλαγές στα αποτελέσματα στο επολέ-ζετέ (r=0,62 και 0,68, Ρ<0,05). Αρνητικοί συντελεστές συσχετισμού (r=-0,62 και –0,72; Ρ<0,05) παρατηρήθηκαν σε σχέση με το κατώτατο ποσοστό έντα­σης.

    Τα μέσα (±SE) αποτελέσματα άρσης βαρών, στους Ολυμπιακούς αρσι­βαρίστες στο αρασέ και στο επολέ-ζετέ καταγράφηκαν στο εργαστήριο κατά την πορεία της δωδεκάμηνης προπόνησης “μελέτης” των Φινλανδών αρσιβαριστών (προσαρμοσμένο από Hakkinen και συνεργάτες 1986 a).

     

     

    1

    Εικόνα 2

     

    Σχέσεις μεταξύ των σχετικών αλλαγών στην προπονητική ένταση στους εκτείνοντες μυς του ποδιού κατά τα squats (ανάμεσα στην δεύτερη και τρίτη προπονητική περίοδο) και των αλλαγών στην δύναμη έκτασης των ποδιών, το κατακόρυφο άλμα ύψους (του άλματος (rise=σήκωμα C.G.) στο squat jump που έγινε με βάρος 100 κιλών και ανάμεσα στις αλλαγές στην αντίστοιχη προπονητική ένταση και τις αλλαγές στην άρση βαρών στο επολέ-ζετέ μετά την τρίτη προπονητική περίοδο (διάρκεια 4 μηνών) κατά την πορεία της δωδεκάμηνης προπόνησης “μελέτης” των εκλεκτών Φινλανδών αρσιβαριστών (βλέπε επίσης εικόνες 1 & 2) (προσαρμοσμένο από Hakkinen και συνεργάτες 1986 α).

    Εικόνα 3

    Εικόνα 3

     

    Η εικόνα 5 αποδεικνύει (περιγράφει) ότι οι ατομικές αλλαγές κατά την πειραματική περίοδο (ανάμεσα στην πρώτη και στην τρίτη περίοδο προπόνησης) και στην ποσοστιαία κατανομή και στο μέσο όρο έντασης των Ολυμπιακών αρσιβαριστών συσχετίζονταν σημαντικά (r =0,89; Ρ<0,01 και r = 0,77; Ρ<0,05) με τις αλλαγές στα αποτελέσματα άρσης βαρών. Ο πίνακας 4, επιπρόσθετα αποδεικνύει. ότι οι ατομικές αλλαγές στο ποσοστό έντασης, της τάξης του 80-90% του μέγιστου στις ολυμπιακές άρσεις, είχαν τον υψηλότερο θετικό συσχετισμό (r =0,69; Ρ<0,05) με τις αλλαγές στο αποτέλεσμα του επολέ-ζετέ. Ο πίνακας 4 δείχνει επίσης ότι οι ατομικές αλλαγές στα ποσοστά έντασης των 90-100 και 80-90% του μέγιστου στην συνολική προπόνηση, σχετίζονται θετικά (από r=0,59; ns σε r=0,76; Ρ<0,05) με τις αλλαγές στα αποτελέσματα άρσης βαρών. Οι συντελεστές συσχετισμού ήταν αρνητικοί (από r = -0,58 σε r = -0.82; Ρ<0,01) σε σχέση με τις αλλαγές στο κατώτερο ποσοστό έντασης.

     

    Ορός επιπέδου ορμόνης : Ένας χρόνος συνεχόμενος.

    0 πίνακας 5 αποδεικνύει ότι μικρές (nς) διαφορές παρατηρήθηκαν στον ορό τεστοστερόνης και κορτιζόνης, κατά την διάρκεια του συνεχόμενου χρόνου. Οι συγκεντρώσεις του ορού LH (ωχρινοτρόπου ορμό­νης) αυξήθηκαν (Ρ<0,001) και του ορού SHBG ελαττώθηκε (Ρ<0,05) με­τά από ένα χρόνο προπόνησης.

     

    Μια περίοδος προπόνησης έξι βδομάδων, για τον βασικό αγώνα.

    Κατά τις πρώτες 2 εβδομάδες σκληρής προπόνησης, ο μέσος όρος του ορού τεστοστερόνης ελαττώθηκε σημαντικά (Ρ<0,001) και παρέμεινε εκεί αμετάβλητος στις 4 τελευταίες εβδομάδες. Ο μέσος όρος του ορού της κορτιζόνης αυξήθηκε ελαφρά (ns), στις 2 πρώτες εβδομάδες, αλλά μετά η συγκέντρωση ελαττώθηκε (Ρ<0,05). Η αναλογία του ορού, τεστοστερόνης και κορτιζόλης ελαττώθηκε κατά πολύ (Ρ<0,01) κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες, σκληρής προπόνησης και κατόπιν αυξήθηκε ελαφρά (nς). Η αναλογία της τεστοστερόνης/SHHG ελαττώθηκε (Ρ<0,014), κατά τις δύο βδομάδες σκληρής προπόνησης (εικόνα δ). Ένας σημαντικός συσχετισμός (r =0,63; Ρ<0,05), παρατηρήθηκε σε αυτήν την περίοδο προπόνησης, ανάμεσα στις ατομικές αλλαγές στην αναλογία τεστοστερόνης/SHHG και στις αλλαγές στο επολέ-ζετέ. Κατά την διάρκεια των δύο «normal» (προπόνησης) εβδομάδων που ακολούθησαν και των δύο εβδομάδων με λιγότερη προπόνηση, σημαντικές αυξήσεις σημειώθηκαν στις αναλογίες του ορού τεστοστερόνης/SHBG (εικόνα 6). Οι ατομικές αλλαγές, κατά την τελευταία προπονητική περίοδο των τεσσάρων εβδομάδων, πριν τον κορυφαίο αγώνα στην αναλογία του ορού τεστοστερόνης/SHBG συσχετίστηκαν σημαντικά (r=0,68; Ρ<0,05) κατά τις αλλαγές στα αποτελέσματα στο επολέ-ζετέ (εικόνα 7).

     

    ΣΥΖΗΤΗΣΗ

    Οι παρούσες διαπιστώσεις απέδειξαν ότι οι παραλλαγές στην παρατεταμένη προπόνηση των εκλεκτών αρσιβαριστών, κατέληξαν σε επιλεγμένες προσαρμοστικές ανταποκρίσεις στο ανθρώπινο σώμα που συσχετίσθηκαν με συνοδευτικές αλλαγές και στην μυϊκή δύναμη καθώς και στα πραγματικά αποτελέσματα άρσης βαρών. Η ακόλουθη μικρή συζήτηση, θα συγκεντρωθεί μόνο στις βασικές διαπιστώσεις και τις ερμηνείες τους. Σε προηγούμενα απροπόνητα άτομα (για πείραμα), ήταν κοινά αποδεκτό ότι οι αρχικές τους μεγάλες αυξήσεις στην μυϊκή δύναμη, γίνονταν κυρίως εξαιτίας αλλαγών, στην νευρική δραστηριότητα των προπονούμενων μυών, με μια σποραδικά αυξανόμενη συμβολή των υπερτροφικών παραγόντων (μυϊκή μάζα),(π.χ. Moritani & DeVries 1979, βλέπε επίσης Hakkinen και συνεργάτες 1981, Hakkinen & Komi 1983). Οι απαιτήσεις που έβαλαν, στις μεθόδους προπόνησης που χρησιμοποιήθηκαν, μπορεί στις περιπτώσεις προηγούμενα ανεκπαίδευτων υποκειμένων ή ελαφρά προπονημένων (όχι όμως αθλητών), να ήταν μάλλον μικρές. Ανάμεσα σε αθλητές δύναμης, με ιστορικό προπόνησης αρκετών χρόνων, ένα σημαντικό ερώτημα που έχει σχέση με τις προσαρμοστικές ανταποκρίσεις, είναι το πως η προπόνηση μπορεί να αλλάξει περιοδικά, ούτως ώστε να μπορούν να γίνουν οι επιθυμητές βελτιώσεις, που προκαλούνται από την προπόνηση. 0ι παρούσες διαπιστώσεις απέδειξαν ότι η δεύτερη προπονητική περίοδος, περιέχοντας ένα ελαφρά μικρότερο μέσο όρο προπονητικής έντασης στα squats, οδήγησε σε μια σημαντική μείωση της νευρικής δράσης, των γυμνασμένων μυών. Όταν η προπονητική ένταση αυξήθηκε ξανά (τρίτη προπονητική περίοδος), το μέγιστο IEMG αυξήθηκε. Η μέση καμπύλη της μυϊκής δύναμης ακολούθησε τις ανταποκρίσεις του IEMG. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι μάλλον μια μικρή κατά μέσού όρο αύξηση στην προπονητική ένταση των αθλητών, ήταν αρκετή για να οδηγήσει σε αυτές τις αυξήσεις, κατά την τετράμηνη προπονητική περίοδο. Οι παρούσες διαπιστώσεις, υποστηρίζουν επίσης εκείνες τις παρατηρήσεις που αναφέρθηκαν νωρίτερα (Hakkinen και συνεργάτες 1985 α) και οι οποίες πρόσθετα έδειξαν ότι μια δυνατή προπονητική ένταση μεγαλύτερη ή ίση με 80% του μέγιστου βάρους, θα χρειαζότανε πριν γίνουν οποιεσδήποτε αυξήσεις στο EMG, σε καλογυμνασμένους αθλητές δύναμης. Οι παρούσες διαπιστώσεις επομένως, φτάνουν στο συμπέρασμα ότι ο συνολικός ένας χρόνος προπόνησης των Φινλανδών αρσιβαριστών, ειδικά των εκτεινόντων μυών του ποδιού, ήταν υπερβολικά χαμηλής έντασης, για να επιφέρει. μεγαλύτερη πριν-μετά βελτίωση στο IEMG ή στην δύναμη. Εν τούτοις οι παρατηρήσεις που παρουσιάστηκαν στην εικόνα 1, υποστηρίζουν την ιδέα ότι η προπόνηση δύναμης, με μια μάλλον υψηλή ένταση (με λίγες επαναλήψεις για κάθε σετ) δεν οδηγούν σε μεγάλες αυξήσεις στην περιοχή της μυϊκής ίνας (μυϊκή μάζα). (Βλέπε Hakkinen και συνεργάτες 1985 α), πράγμα που εξηγεί εν μέρει, τις γνωστές διαφορές, υπ΄ αυτή την άποψη. ανάμεσα στους αρσιβαρίστες και στους bodybγilders. Οι παρούσες διαπιστώσεις στην εικόνα 3, για την ένταση προπόνησης είναι σημαντικές και από πρακτική άποψη, διότι αποδεικνύουν ότι όταν η ένταση προπόνησης στο squat αυξάνονταν, η αύξηση ήταν φανερή όχι μόνον στην δύναμη των εκτεινόντων μυών των ποδιών, αλλά και στην πραγματική εκτέλεση άρσης βαρών. Τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν στην εικόνα 4 και στους πίνακες 2 και 4, επιπροσθέτως τονίζουν τους σημαντικούς ρόλους των ποσοστών 80-90% και 90-100 του μέγιστου της έντασης προπόνησης. Ενώ η υπερβολική προπόνηση σε κατώτατο ποσοστό έντασης του 60-80% του μέγιστου, ίσως έχει μια αρνητική συμβολή και στην δύναμη και στα αποτελέσματα της άρσης βαρών. Αυτό το συμπέρασμα είναι δικαιολογημένο και σε σχέση με την ένταση προπόνησης των κλασσικών ασκήσεων άρσης βαρών και με την καθαυτή την συνολική προπόνηση. (Ο πίνακας 4 και η εικόνα 5).

    Οι παρούσες αλλαγές, στον όγκο της προπόνησης των εκτεινόντων μυών των ποδιών, εν αντιθέσει προς τις αλλαγές έντασης, δεν ήταν τόσο ευαίσθητες για να προκαλέσουν ανταποκρίσεις στις εξεταζόμενες παραμέτρους. Παρατηρήθηκε εν τούτοις, ότι οι ατομικές αλλαγές στην ένταση στην εκατοστιαία αναλογία % συμβολής των Ολυμπιακών άρσεων, συσχετίζονται σημαντικά με τις αλλαγές στα αποτελέσματα άρσης βαρών ( εικόνα 4) .

    Αυτή η διαπίστωση, μαζί με εκείνη της έντασης, που ήδη έχει συζητηθεί, ενισχύει τον πολύ σπουδαίο ρόλο της προπόνησης αυτών καθαυτών των κλασσικών ασκήσεων της άρσης βαρών, στους αρσιβαρίστες. Θα ήταν ίσως δικαιολογημένο να δείχναμε ότι η συνολική αναλογία συμβολής των Ολυμπιακών ασκήσεων (πίνακας 3), μπορεί να ήταν υπερβολικά χαμηλή για να συμβάλλει σε μεγαλύτερες αλλαγές στα αποτελέσματα άρσης βαρών, από εκείνα που παρατηρήθηκαν σ’ όλη την διάρκεια του χρόνου. 0ι παρούσες ενδοκρινολογικές διαπιστώσεις, δείχνουν ότι παρατεταμένη προπόνηση δύναμης των εκλεκτών αρσιβαριστών, δεν θα προκαλούσε σημαντικές μακροχρόνιες ορμονικές αλλαγές σε σχέση με τις συγκεντρώσεις ορού τεστοστερόνης και κορτιζόνης (πίνακας 5). Η παρατήρηση ότι ο ορός LH αυξήθηκε σε ολόκληρο τον χρόνο προπόνησης, ίσως υποδηλώνει τον ρόλο αυτής της ορμόνης στην διατήρηση του ορού τεστοστερόνης σε ικανοποιητικό επίπεδο. Αυτές οι διαπιστώσεις, μαζί με τα αποτελέσματα που αποκομίσθηκαν από τις αναλύσεις της προπόνησης. αποδεικνύουν ότι ο συνολικός όγκος προπόνησης, αυτών των αρσιβαριστών, θα μπορούσε “εύκολα” να αυξηθεί βαθμιαία. Εν τούτοις, κατά την διάρκεια της βραδύτερης περιόδου προπόνησης, όταν ο όγκος προπόνησης ήταν ο ανώτατος (έντονη προπόνηση) στην αναλογία τεστοστερόνης/κορτιζόνης αποδεικνύει την περιοδική δυσαναλογία (έλλειψη ισορροπίας), ανάμεσα στα αναβολικά αποτελέσματα των androqens και στα καταβολικά (catabolizing) αποτελέσματα των γλυκοκορτικοειδών (βλέπε Hakkinen και. συνεργάτες 1985 b). Κατά την διάρκεια της έντονης περιόδου προπόνησης δύο εβδομάδων, συνέβη μια σημαντική μείωση και στην αναλογία ορού τεστοστερόνης/SHBG (εικόνα 6). Όπως φαίνεται στην εικόνα 6, μια ελάχιστη μείωση καταγράφηκε αυτή την περίοδο και στην επίδοση των αρσιβαριστών. Εν τούτοις μετά τον περιορισμό της προπόνησης στην τελική προετοιμασία για τον αγώνα, η αναλογία ορού τεστοστερόνης/SHBG επανήλθε στο επίπεδο που ήταν πριν την περίοδο έντονης προπόνησης. Οι ατομικές αλλαγές σ’ αυτή την αναλογία, συσχετίζονται σημαντικά με τις αλλαγές στην επίδοση άρσης βαρών, όπως φάνηκε στην εικόνα 7, πράγμα που επίσης αποδεικνύει ότι ο προγραμματισμός της προπόνησης όλων των αρσιβαριστών δεν ήταν επιτυχής, για να δημιουργήσει. καλύτερα αποτελέσματα άρσης βαρών στον κορυφαίο αγώνα. Οι παρούσες διαπιστώσεις υποδηλώνουν επομένως μια ευαισθησία της αναλογίας ορού τεστοστερόνης/ SHBG να υποδηλώσει αλλαγές στην επίδοση (βλέπε Hakkinen και. συνεργάτες 1985 b). Οι παρούσες ενδοκρινολογικές διαπιστώσεις μπορεί επομένως να γίνουν μερικοί από τους χρήσιμους προσδιοριστικούς παράγοντες στην αξιολόγηση και στην κατεύθυνση του προγραμματισμού προπόνησης κάθε μεμονωμένου αθλητή σε δεδομένη στιγμή για να αποφύγει π.χ. την υπερβολική προπόνηση που οδηγεί στην μείωση της επίδοσης.

     

    Περιληπτικά οι παρούσες διαπιστώσεις απέδειξαν ότι οι παραλλαγές στην παρατεταμένη προπόνηση των elite αρσιβαριστών οδήγησαν σε επιλεγμένες προσαρμοστικές ανταποκρίσεις στο ανθρώπινο σώμα συνδεόμενες με συνοδευτικές μεταβολές στη μυϊκή δύναμη και στην επίδοση άρσης βαρών. Τα μεγέθη και η χρονική πορεία των προσαρμογών που προκλήθηκαν από την προπόνηση, ειδικά των νευρικών και υπερτροφικών, στο νευρομυϊκό σύστημα των elite αθλητών δύναμης, μπορεί να διαφέρουν από εκείνες τις προσαρμογές που αναφέρθηκαν ότι λαμβάνουν χώρα σε προηγούμενα αγύμναστα και/ ή ελαφρά προπονημένα άτομα. Οι παρούσες διαπιστώσεις δείχνουν τον σπουδαίο ρόλο της έντασης προπόνησης στην τροποποίηση των αλλαγών στην νευρική δραστηριοποίηση και δύναμη των μυών, οδηγώντας τις συνοδευτικές αλλαγές στην πραγματική επίδοση άρσης βαρών. Επανειλημμένες και επιλεγμένες αναλύσεις του ορού ορμόνης, ειδικά κατά τη διάρκεια της μικρότερης περιόδου έντονης προπόνησης, μπορεί να δώσουν συμπληρωματικές πληροφορίες για την καλύτερη αξιολόγηση της δυνατότητας προπόνησης ενός υψηλού επιπέδου αθλητή σε μια δεδομένη στιγμή. Οι τωρινές διαπιστώσεις αποκάλυψαν επίσης ορισμένες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η προπόνηση των Φινλανδών αρσιβαριστών θα μπορούσε να βελτιωθεί πρακτικά στο μέλλον.

     

    Παραδοχές

    Αυτή η μελέτη υποστηρίχθηκε εν μέρει με επιχορήγηση από το υπουργείο παιδείας της Φινλανδίας, την Φινλανδική επιτροπή Ολυμπιακών αγώνων, την Φινλανδική κεντρική ομοσπονδία των σπορ, την Φινλανδική ένωση άρσης βαρών και από τους εργαζόμενους στην αθλητική ομοσπονδία Φινλανδίας.

    Εικόνα 4

    Εικόνα 4

     

    1

    1

    Σχέσεις μεταξύ των σχετικών αλλαγών στην κατανομή των Ολυμπιακών άρσεων και των αλλαγών στα αποτελέσματα της Ολυμπιακής άρσης βαρών και ανάμεσα στις σχετικές αλλαγές στην ένταση προπόνησης των 0λυμπιακών άρσεων και τις αλλαγές στα αποτελέσματα της Ολυμπιακής άρσης βαρών (ανάμεσα στην 1η  και 3η  περίοδο προπόνησης) κατά την διάρκεια της δωδεκάμηνης προπόνησης “μελέτης” των Φινλανδών αρσιβαριστών (βλέπε πίνακες 1-4) (προσαρμόσθηκαν από Kauhanen και συνεργάτες 1986).

     

    1

     

     

    ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ

     

    STRESSFUL TRAINING = επίπονη-έντονη προπόνηση.

    NORMAL TRAINING = κανονική προπόνηση.

    REDUCED TRAINING = μειωμένη προπόνηση.

    WEIGHTLIFTING RESULT (·) (CLEAN & JERK) = αποτέλεσμα άρσης βαρών στο

    επολέ-ζετέ

    TOTAL TRAINING VOLUME = συνολικός όγκοs προπόνησηs.

    ΜΕΑΝ = μέση τιμή.

    TESTOSTERONE/SHHG RATIO = αναλογία τεστοστερόνηs/SHHG.

    PREPARATORY COMPETITION = προπαρασκευαστικόs συναγωνισμόs.

    PRIMARY COMPETITION = βασικός, πρωταρχικός συναγωνισμός.

    Οι μέσες (±SE) τιμές για την αναλογία ορού τεστοστερόνης/SHBG και για τον συνολικό όγκο άρσης βαρών και για τις σχετικές αλλαγές στο αποτέλεσμα του επολέ-ζετέ, όπως καταγράφηκε στους επίσημους αγώνες, κατά την διάρκεια των 2 έντονων από προπόνηση εβδομάδων και κατά την διάρκεια των επόμενων 2 εβδομάδων “normal” και των 2 εβδομάδων με μειωμένη προπόνηση, στην προετοιμασία για τον βασικό συναγωνισμό των Φινλανδών αρσιβαριστών. (από Hakkinen και συνεργά­τες 1986 b).

     

    1 

    Σχέσεις μεταξύ των σχετικών αλλαγών στην αναλογία ορού τεστοστερόvης/SHBG και στο αποτέλεσμα στο επολέ-ζετέ, που καταγράφηκαν στους επίσημους αγώνες, κατά την διάρκεια των τελευταίων 4 εβδομάδων (2 βδομάδες “normal” και 2 μειωμένη) προπόνησης, για την προετοιμα­σία του βασικού συναγωνισμού στους Φινλανδούς αρσιβαρίστες. (από Hakkinen και συνεργάτες 1986 b).

     

    Πίνακας 1

     

    O μέσος όρος έντασης προπόνησης, που χρησιμοποιήθηκε στα squats, στις κλασικές άρσεις και στην συνολική προπόνηση κατά την διάρκεια των 3 περιόδων (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ) προπόνησης, κάθε μια από τις οποίες διήρκεσε από 4 μήνες (σ’ ολόκληρο το δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα) στους Φινλανδούς αρσιβαρίστες (διασκευασμένο από τον Hakkinen και συνεργάτες 1986α Kauhanen και συνεργάτες Ι986).

     

    ΑΣΚΗΣΕΙΣ

    ΠΕΡΙΟΔΟΣ Ι

    (0-4 μήνες)

    ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΙ

    (4-8 μήνες)

    ΠΕΡΙ0Δ0Σ ΙΙΙ

    (8-12 μήνες)

    SQUATS                                  ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ 77.9% 77.1% 79.1%
                                                            SD 1.9 2.0 3.0
    ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΑΡΣΕΙΣ                  ΜΕΣΟΣ 0Ρ0Σ 80.0% 80.3% 80.4%
                                                            SD 2.3 1.5 2.9
    ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ       ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ 79.1% 79.2% 80.5%
                                                            SD 2.0 2.4 2.9

     

    Πίνακας 2

     

    Η ποσοστιαία κατανομή της προπόνησης, σε 3 διαφορετικά ποσοστά (60-80%, 80-90%, 90-100%) στα squats, στις κλασικές άρσεις και στη συνολική προπόνηση, κατά την διάρκεια των 3 (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ) περιόδων προπόνησης, διάρκειας 4 μηνών η κάθε μια (κατά την διάρκεια ολοκλήρου της δωδεκάμηνης περιόδου) των Φινλανδών αρσιβαριστών.

     

     

    ΑΣΚΗΣΕΙΣ

    ΠΕΡΙΟΔΟΣ Ι

    (0-4 μήνες)

    ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΙ

    (4-8 μήνες)

    ΠΕΡΙ0Δ0Σ ΙΙΙ

    (8-12 μήνες)

      60-80% 80-90% 90-100% 60-80% 80-90% 90-100% 60-80% 80-90% 90-100%
    SQUATS                             ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ 62,4% 31,1% 6,5% 63,8% 30,1% 6,1% 53,8% 36,8% 9,5%
                                                          SD 17,0 13,2 6,6 13,9 9,7 5,6 16,3 15,2 4,8
    ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΑΡΣΕΙΣ            ΜΕΣΟΣ 0Ρ0Σ 53,2 33,7 13,1 51,5 36,1 12,4 48,4 37,5 14,1
                                                          SD 15,3 10,5 5,7 9,9 8,1 4,3 16,0 9,5 9,5
    ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ  ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ 54,9 33,2 11,9 57,9 32,1 10,0 49,8 37,0 13,2
                                                         SD 16,1 10,9 17,4 15,5 10,0 6,2 16,0 11,2 6,0

     

    Πίνακας 3

     

    Ποσοστιαία κατανομή των διαφορετικών ασκήσεων, από τη συνολική προπόνηση κατά την πρώτη περίοδο (0-4 μήνες) και τρίτη περίοδο (8-12 μήνες) σ΄ ολόκληρη τη δωδεκάμηνη περίοδο) στους Φινλανδούς αρσιβαρίστες (από Kauhanen και συνεργάτες 1986)

     

     

    ΑΣΚΗΣΕΙΣ

    ΠΕΡΙΟΔΟΣ Ι

    (0-4 μήνες)

    SD ΠΕΡΙ0Δ0Σ ΙΙΙ

    (8-12 μήνες)

    SD
    ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΑΡΣΕΙΣ 24,7% 7,5 27,2% 9,8

    ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΗΣ (power lifts)

    19,9% 5,6 19,3% 2,6
    ΤΡΑΒΗΓΜΑΤΑ (pulls) 16,2% 6,1 11,5% 5,7%
    SQUATS 23,4% 6,0 27,4% 8,0
    PRESSES 11,8% 6,6 7,8% 5,6
    ΑΛΛΗ ΠΡΟΠΟΝΗΣΗ 4,8% 5,5 6,8% 6,0

     

     

    Πίνακας 4

     

    Συντελεστές συσχετισμού, μεταξύ των αλλαγών στην προπόνηση έντασης, που υπολογίσθηκαν σε 3 διαφορετικά ποσοστά έντασης (% μεταξύ της 2nς και. 3nς περιόδου) και των αλλαγών στην μυϊκή δύναμη των εκτεινόντων μυών του ποδιού (άλμα σε ύψος με βάρος 100 κιλών) και στο αρασέ και επολέ-ζετέ, μετά την 3η περίοδο προπόνησης (4 μήνες διάρκεια) σ’ όλη την πορεία της δωδεκάμηνης προπόνησης “μελέτης” των Φινλανδών αρσιβαριστών.

     

    ΑΛΛΑΓΕΣ ΕΝΤΑΣΗΣ ΣΕ

    ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΕ
    μυϊκή δύναμη αρασέ επολέζετέ
         
    Προπόνηση squat .      
    % στο ποσοστό του 60-80% -0,62* -0,47 -0,72*
    % στο ποσοστό του 80-90% 0,70* 0,47 0,68*
    % στο ποσοστό του 90-100% 0,65* 0,51 0,62*

    Κλασική προπόνηση

         
    °6 στο ποσοστό του 60-80% -0,45 -0,33 -0,57
    %στο ποσοστό του 80-90% 0,59 0,39 0,69*
    %στο ποσοστό του 90-100% 0,39 0,04 0,15

    Συνολική προπόνηση

         
    % στο ποσοστό του 60-80% -0,58 -0,64* -0,82**
    % στο ποσοστό του 80-90% 0,59 0,59 0,76*
    % στο ποσοστό του 90-100% 0,72* 0,64 * 0,60

     

     

     

     

     

    Πίνακας 5

     

    Ορός κορτιζόνης, τεστοστερόνης, SHHG και LH στους elite Φινλανδούς αρσιβαρίστες πριν το πείραμα και μετά από 4, 8, και 12 μήνες της περιόδου προπόνησης άρσης βαρών (βλέπε επίσης εικόνες 1 & 2). Τα σημαδάκια * δείχνουν τις στατιστικώς σημαντικές διαφορές μεταξύ των αξιών πριν να γίνουν οι μετρήσεις και των αξιών μετά από 4, 8, 12 μήνες προπόνησης (από Hakkinen και συνεργάτες 1986 b).

     

     

    ΜΕΤΑΒΛΗΤΗ ΜΕΣΟΣ

    ΟΡΟΣ

    πριν το

    πείραμα

    SD ΜΕΣΟΣ

    ΟΡΟΣ

    4 μήνες

    SD
    ΜΕΣΟΣ

    ΟΡΟΣ

    8 μήνες

    SD ΜΕΣΟΣ

    ΟΡΟΣ

    12 μήνες

    SD
    Cortisol

    μmol . 1-1

    0,58 0,09 0,51 0,09 0,57 0,11 0,57 0,08
    Testesteron

    μmol . 1-1

    17,8 5,0 18,7 3,9 17,8 4,9 22,1 6,3
    SHBG

    μmol . 1-1

    23,0 7,1 22,5 7,2 21,2 7,1 21,2* 6,9
    LH

    μmol . 1-1

    7,0 3,0 10,9** 5,9 11,8** 5,8 12,5*** 4,3

     

     

     

    *      = P<0.05

    **     = P<0.01

    ***   = P<0.001

     

     

    No Comments

    Sorry, the comment form is closed at this time.